"Θα μπορούσα να προσφύγω στον βολικό διαχωρισμό και να κάνω τη ζωή μου πιο εύκολη: άλλο η θρησκεία, άλλο η Εκκλησία. Δεν τη θέλω όμως αυτή την υπεκφυγή – κι ας την επιλέγουν πολλοί. Και τα δύο αξίζουν ανελέητη κριτική, ανένδοτο δημόσιο λόγο, πολιτική και πολιτιστική ανάλυση, διαρκή πίεση για τη λειτουργία τους ως ιδεολογικών σχημάτων και τον ρόλο τους ως συστημάτων εξουσίας, και αλλεπάλληλες προκλήσεις με κάθε αναλυτικό και καλλιτεχνικό μέσο – τίποτε από τα οποία δεν εμπίπτει στην κοινότοπη πλην ψευδεπίγραφη κατηγορία του «σεβασμού»…"
Ας ξεκαθαρίσουμε κάτι: ο «σεβασμός», ο οποίος στα συμφραζόμενα αυτά παρουσιάζεται ως «ουδέτερη» έννοια, γέννημα «κοινής λογικής», απαραίτητος για την «αρμονική συνύπαρξη», περίπου δηλαδή ως αναβαθμισμένη, οφειλόμενη «ευγένεια», δεν είναι τίποτε από όλα αυτά. Είναι ένα ιδεολογικό στοιχείο που συσκοτίζει τα πράγματα: η θρησκεία δεν είναι πρωτίστως μια ατομική πεποίθηση· απεναντίας, είναι πρωτίστως τρόπος κοινωνικής οργάνωσης, θέσπισης και τήρησης ιεραρχιών, υπαγωγής σε συγκεκριμένο σύστημα εξουσίας, αποδοχής ενός συγκεκριμένου επιμερισμού των αγαθών – όλα αυτά και ταυτόχρονα η νομιμοποιητική αφήγησή τους, η ιδεολογία τους. Η θρησκεία κάποιου δεν είναι μια προτίμησή του, με τον τρόπο που είναι προτίμησή του το αγαπημένο του χρώμα. Είναι η ένταξή του σε συγκεκριμένη θέση μέσα σε μια ιεραρχημένη κοινότητα και ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεται την ένταξή του αυτή τόσο ο ίδιος όσο και η κοινότητα. (Εδώ έγκειται μάλιστα και το κύριο σφάλμα των λεγόμενων νέων αθεϊστών, οι οποίοι επιχειρηματολογούν κατά του προφανούς παραλογισμού των μεταφυσικών πεποιθήσεων και απορούν που οι πιστοί δεν «καταλαβαίνουν» ότι οι κρίνοι δεν γονιμοποιούν παρθένες.)
Δεν έχει λοιπόν κανένα νόημα να μιλάμε για θρησκεία αν δεν εννοούμε τον πραγματικό κόσμο που αυτή οργανώνει, συντηρεί και υπερασπίζεται.Γι’ αυτό και οι προσχηματικά ίσες αποστάσεις που δηλώνονται στην επιδίωξη του «σεβασμού» δεν είναι ποτέ ίσες, διότι στην πραγματικότητα μεταμφιέζουν ένα σύστημα εξουσίας σε δήθεν άθροισμα ατομικών προτιμήσεων. Ένα σύστημα εξουσίας όμως δεν το «σέβεσαι» με την έννοια της ευγένειας. Σε ένα σύστημα εξουσίας είτε υποτάσσεσαι είτε όχι. Η ευθύτερη λοιπόν μετάφραση του επιδιωκόμενου αυτού «σεβασμού» είναι: υποταγή.
Αν και δεν ομολογείται από κανέναν, η έννοια της υποταγής διαπνέει όλες τις αντιδράσεις των προηγούμενων ημερών στις καρναβαλικές περιπτύξεις του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Βαγγέλη Διαμαντόπουλου. Από τον ηγεμονικό Άνθιμο που ζητάει διαγραφή του βουλευτή κι έτσι ευθύς αμέσως ορίζει το πλαίσιο της συζήτησης· ως τους αυλικούς της Νέας Δημοκρατίας που κραδαίνουν τα εθνικιστικά εξαπτέρυγα κολακεύοντας την ελληνορθόδοξη ιδιοπροσωπία· ως τον ως εκ τούτου ολοκληρωτικά ετεροπροσδιοριζόμενο εκπρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος καταδέχεται να δώσει στη χυδαία ερώτηση «αν ένα κόμμα που φιλοδοξεί και διεκδικεί να κυβερνήσει και τη χώρα έχει ένα τέτοιο πλαίσιο κανόνων συμπεριφοράς που δείχνουν έμπρακτα το σεβασμό» την ισχνή απάντηση ότι «οφείλουν τα κόμματα να σέβονται τις θρησκευτικές επιλογές του οποιουδήποτε»· και ως τον ίδιο τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ που ενημερώνει τον Αρχιεπίσκοπο ότι η αλλαγή της ακολουθούμενης φασιστικής μεταναστευτικής πολιτικής είναι «ουμανιστικό παναθρώπινο αίτημα» που θέλει «αλληλεγγύη», στην οποία μάλιστα «συμπλέουν» η Εκκλησία και η Αριστερά – αυτό που ουδέποτε παρατηρείται είναι η προφανής αντεπίθεση: Τι πρέπει να «σεβαστούμε» ακριβώς; Τη μοιρασιά δύναμης και πλούτου που έχετε ευλογήσει στο όνομα του Άρχοντος Κουροπαλάτου Μελισσανίδη και του Άρχοντος Λαοσυνάκτη Κόκκαλη; Τις ανώνυμες εταιρείες που στήνετε με την κυβέρνηση για να κάνετε μπίζνες; Τα πάρε-δώσε με την πολιτική εξουσία και τους δικαστικούς; Τους Αρχιεπισκόπους στα υπουργικά συμβούλια; Την υποστήριξη σε ακροδεξιούς και νεοναζί; Ή μήπως το πνευματικό βάθος εκείνου του τύπου που λέει ότι οι ομοφυλόφιλοι έχουν κάνει «αξία ζωής τον σωλήνα αποβολής περιττωμάτων»;
Και μη μου πει κανείς ότι αυτές είναι «εξαιρέσεις», μεμονωμένα παραδείγματα. Σε αυτή τη χώρα –όχι μόνο, αλλά εδώ ζούμε– η θρησκεία και οι κηδεμόνες της εξακολουθούν να είναι με τις ευλογίες όλων ισάξιοι, αν όχι μεγαλύτεροι, εξουσιαστές με το πολιτικοοικονομικό σύμπλεγμα που λυμαίνεται τα πάντα, με το οποίο μάλιστα διαπλέκονται και αλληλοεξυπηρετούνται. Και για όποιον πει ότι, εντάξει, αλλά και πάλι οι «αμαρτίες» των εγκόσμιων εκπροσώπων δεν αλλάζουν το «πνευματικό περιεχόμενο», θα θυμίσω κάτι άλλο:
Το 2003, στη μεγάλη έκθεση σύγχρονης τέχνης Outlook, μετά από πιέσεις της Εκκλησίας –δια στόματος του απίθανου Επιφανίου–, της Νέας Δημοκρατίας –δια στόματος Έβερτ και Ρουσόπουλου–, και του ΛΑΟΣ, ο προοδευτικός, ευρωπαϊστής, στοχαστής της νομικής επιστήμης, κεντροαριστερός των «58», τότε υπουργός Πολιτισμού Ευάγγελος Βενιζέλος είχε λογοκρίνει και κατεβάσει από τον τοίχο ένα έργο τέχνης. Ήταν ο πίνακας Asperges Me του σπουδαίου βέλγου καλλιτέχνη Τιερί ντε Κορντιέ, ένας από μια σειρά που εκτίθετο όλη μαζί σε ένα μικρό δωμάτιο, μέσα στο ημίφως, ο οποίος απεικόνιζε έναν πούτσο να εκσπερματώνει πάνω σε έναν σταυρό. Τραυματισμένος από μια βάρβαρη καθολική ανατροφή και γνώστης της διαδεδομένης παιδοφιλίας της Εκκλησίας του, ο ντε Κορντιέ έκανε κάτι πολύ σημαντικότερο από μια καταγγελία: κοντά στ’ άλλα, έδειχνε πως η υποταγή των παιδιών στους βιαστές τους δεν ήταν ανεξάρτητη από τη θρησκευτική κατάνυξη αλλά ότι η μία ατμόσφαιρα ανατροφοδοτούσε την άλλη, ο φόβος και το δέος ήταν συγγενή και όχι το πρώτο απλώς μια τυχαία διαστροφή του δεύτερου, η χειραγώγηση και η εκμηδένιση της προσωπικότητας συνέβαινε ακριβώς στο πλαίσιο του θρησκευτικού αισθήματος, ήταν ο συμβολισμός της υπερβατικής εξουσίας που καθιστούσε δυνατή την υπαγωγή στην εγκόσμια αντίστοιχή της.
Το «πνευματικό περιεχόμενο» και το σύστημα εξουσίας είναι ένα πράγμα. Θρησκεία, εκκλησία και ιεράρχες είναι ένα πράγμα. Και ο «σεβασμός» είναι το τελευταίο που τους αρμόζει. Αξίζουν ανελέητη κριτική, ανένδοτο δημόσιο λόγο, πολιτική και πολιτιστική ανάλυση, διαρκή πίεση για τη λειτουργία τους ως ιδεολογικών σχημάτων και τον ρόλο τους ως συστημάτων εξουσίας, και αλλεπάλληλες προκλήσεις με κάθε αναλυτικό και καλλιτεχνικό μέσο.
Αν μια Αριστερά θέλει να τα βάλει με «παθογένειες», η παθογένεια αυτή είναι πάντοτε εδώ. Ακλόνητη.
ΥΓ Επειδή μαζί με τ’ άλλα φαιδρά, στον συλλογισμό της ελληνορθόδοξης κεντροαριστεροδεξιάς μονταζιέρας υπονοείται –αν δεν λέγεται και ξεκάθαρα– ότι η απουσία του περίφημου «σεβασμού», που θα όφειλε να είχε δείξει ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και κατ’ επέκταση η ίδια η αξιωματική αντιπολίτευση, που δεν τον «καταδίκασε», αποτελεί ανησυχητικό προοίμιο της καταστολής των θρησκευτικών ελευθεριών που απεργάζεται η Αριστερά, ας καταφύγουμε σε λίγο πραγματισμό: Οι μόνοι εδώ γύρω που τη στιγμή που μιλάμε καταστέλλουν ελευθερίες –και θρησκευτικές– είναι οι διάκονοι της ακροδεξιάς βαρβαρότητας που μας κυβερνούν, οι οποίοι μιλάνε με τον Θεό και τους ευωδιάζουν οι εικόνες. Αν μας προκύψει στο μέλλον ο Βαγγέλης Διαμαντόπουλος να μεταμορφωθεί σε Λαυρέντι Μπέρια, θα αντισταθούμε λυσσαλέα, σύντροφοι του χριστεπώνυμου μετριοπαθούς Κέντρου, μην ανησυχείτε...
Αυγουστίνος Ζενάκος
Ας ξεκαθαρίσουμε κάτι: ο «σεβασμός», ο οποίος στα συμφραζόμενα αυτά παρουσιάζεται ως «ουδέτερη» έννοια, γέννημα «κοινής λογικής», απαραίτητος για την «αρμονική συνύπαρξη», περίπου δηλαδή ως αναβαθμισμένη, οφειλόμενη «ευγένεια», δεν είναι τίποτε από όλα αυτά. Είναι ένα ιδεολογικό στοιχείο που συσκοτίζει τα πράγματα: η θρησκεία δεν είναι πρωτίστως μια ατομική πεποίθηση· απεναντίας, είναι πρωτίστως τρόπος κοινωνικής οργάνωσης, θέσπισης και τήρησης ιεραρχιών, υπαγωγής σε συγκεκριμένο σύστημα εξουσίας, αποδοχής ενός συγκεκριμένου επιμερισμού των αγαθών – όλα αυτά και ταυτόχρονα η νομιμοποιητική αφήγησή τους, η ιδεολογία τους. Η θρησκεία κάποιου δεν είναι μια προτίμησή του, με τον τρόπο που είναι προτίμησή του το αγαπημένο του χρώμα. Είναι η ένταξή του σε συγκεκριμένη θέση μέσα σε μια ιεραρχημένη κοινότητα και ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεται την ένταξή του αυτή τόσο ο ίδιος όσο και η κοινότητα. (Εδώ έγκειται μάλιστα και το κύριο σφάλμα των λεγόμενων νέων αθεϊστών, οι οποίοι επιχειρηματολογούν κατά του προφανούς παραλογισμού των μεταφυσικών πεποιθήσεων και απορούν που οι πιστοί δεν «καταλαβαίνουν» ότι οι κρίνοι δεν γονιμοποιούν παρθένες.)
Δεν έχει λοιπόν κανένα νόημα να μιλάμε για θρησκεία αν δεν εννοούμε τον πραγματικό κόσμο που αυτή οργανώνει, συντηρεί και υπερασπίζεται.Γι’ αυτό και οι προσχηματικά ίσες αποστάσεις που δηλώνονται στην επιδίωξη του «σεβασμού» δεν είναι ποτέ ίσες, διότι στην πραγματικότητα μεταμφιέζουν ένα σύστημα εξουσίας σε δήθεν άθροισμα ατομικών προτιμήσεων. Ένα σύστημα εξουσίας όμως δεν το «σέβεσαι» με την έννοια της ευγένειας. Σε ένα σύστημα εξουσίας είτε υποτάσσεσαι είτε όχι. Η ευθύτερη λοιπόν μετάφραση του επιδιωκόμενου αυτού «σεβασμού» είναι: υποταγή.
Αν και δεν ομολογείται από κανέναν, η έννοια της υποταγής διαπνέει όλες τις αντιδράσεις των προηγούμενων ημερών στις καρναβαλικές περιπτύξεις του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Βαγγέλη Διαμαντόπουλου. Από τον ηγεμονικό Άνθιμο που ζητάει διαγραφή του βουλευτή κι έτσι ευθύς αμέσως ορίζει το πλαίσιο της συζήτησης· ως τους αυλικούς της Νέας Δημοκρατίας που κραδαίνουν τα εθνικιστικά εξαπτέρυγα κολακεύοντας την ελληνορθόδοξη ιδιοπροσωπία· ως τον ως εκ τούτου ολοκληρωτικά ετεροπροσδιοριζόμενο εκπρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος καταδέχεται να δώσει στη χυδαία ερώτηση «αν ένα κόμμα που φιλοδοξεί και διεκδικεί να κυβερνήσει και τη χώρα έχει ένα τέτοιο πλαίσιο κανόνων συμπεριφοράς που δείχνουν έμπρακτα το σεβασμό» την ισχνή απάντηση ότι «οφείλουν τα κόμματα να σέβονται τις θρησκευτικές επιλογές του οποιουδήποτε»· και ως τον ίδιο τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ που ενημερώνει τον Αρχιεπίσκοπο ότι η αλλαγή της ακολουθούμενης φασιστικής μεταναστευτικής πολιτικής είναι «ουμανιστικό παναθρώπινο αίτημα» που θέλει «αλληλεγγύη», στην οποία μάλιστα «συμπλέουν» η Εκκλησία και η Αριστερά – αυτό που ουδέποτε παρατηρείται είναι η προφανής αντεπίθεση: Τι πρέπει να «σεβαστούμε» ακριβώς; Τη μοιρασιά δύναμης και πλούτου που έχετε ευλογήσει στο όνομα του Άρχοντος Κουροπαλάτου Μελισσανίδη και του Άρχοντος Λαοσυνάκτη Κόκκαλη; Τις ανώνυμες εταιρείες που στήνετε με την κυβέρνηση για να κάνετε μπίζνες; Τα πάρε-δώσε με την πολιτική εξουσία και τους δικαστικούς; Τους Αρχιεπισκόπους στα υπουργικά συμβούλια; Την υποστήριξη σε ακροδεξιούς και νεοναζί; Ή μήπως το πνευματικό βάθος εκείνου του τύπου που λέει ότι οι ομοφυλόφιλοι έχουν κάνει «αξία ζωής τον σωλήνα αποβολής περιττωμάτων»;
Και μη μου πει κανείς ότι αυτές είναι «εξαιρέσεις», μεμονωμένα παραδείγματα. Σε αυτή τη χώρα –όχι μόνο, αλλά εδώ ζούμε– η θρησκεία και οι κηδεμόνες της εξακολουθούν να είναι με τις ευλογίες όλων ισάξιοι, αν όχι μεγαλύτεροι, εξουσιαστές με το πολιτικοοικονομικό σύμπλεγμα που λυμαίνεται τα πάντα, με το οποίο μάλιστα διαπλέκονται και αλληλοεξυπηρετούνται. Και για όποιον πει ότι, εντάξει, αλλά και πάλι οι «αμαρτίες» των εγκόσμιων εκπροσώπων δεν αλλάζουν το «πνευματικό περιεχόμενο», θα θυμίσω κάτι άλλο:
Το 2003, στη μεγάλη έκθεση σύγχρονης τέχνης Outlook, μετά από πιέσεις της Εκκλησίας –δια στόματος του απίθανου Επιφανίου–, της Νέας Δημοκρατίας –δια στόματος Έβερτ και Ρουσόπουλου–, και του ΛΑΟΣ, ο προοδευτικός, ευρωπαϊστής, στοχαστής της νομικής επιστήμης, κεντροαριστερός των «58», τότε υπουργός Πολιτισμού Ευάγγελος Βενιζέλος είχε λογοκρίνει και κατεβάσει από τον τοίχο ένα έργο τέχνης. Ήταν ο πίνακας Asperges Me του σπουδαίου βέλγου καλλιτέχνη Τιερί ντε Κορντιέ, ένας από μια σειρά που εκτίθετο όλη μαζί σε ένα μικρό δωμάτιο, μέσα στο ημίφως, ο οποίος απεικόνιζε έναν πούτσο να εκσπερματώνει πάνω σε έναν σταυρό. Τραυματισμένος από μια βάρβαρη καθολική ανατροφή και γνώστης της διαδεδομένης παιδοφιλίας της Εκκλησίας του, ο ντε Κορντιέ έκανε κάτι πολύ σημαντικότερο από μια καταγγελία: κοντά στ’ άλλα, έδειχνε πως η υποταγή των παιδιών στους βιαστές τους δεν ήταν ανεξάρτητη από τη θρησκευτική κατάνυξη αλλά ότι η μία ατμόσφαιρα ανατροφοδοτούσε την άλλη, ο φόβος και το δέος ήταν συγγενή και όχι το πρώτο απλώς μια τυχαία διαστροφή του δεύτερου, η χειραγώγηση και η εκμηδένιση της προσωπικότητας συνέβαινε ακριβώς στο πλαίσιο του θρησκευτικού αισθήματος, ήταν ο συμβολισμός της υπερβατικής εξουσίας που καθιστούσε δυνατή την υπαγωγή στην εγκόσμια αντίστοιχή της.
Το «πνευματικό περιεχόμενο» και το σύστημα εξουσίας είναι ένα πράγμα. Θρησκεία, εκκλησία και ιεράρχες είναι ένα πράγμα. Και ο «σεβασμός» είναι το τελευταίο που τους αρμόζει. Αξίζουν ανελέητη κριτική, ανένδοτο δημόσιο λόγο, πολιτική και πολιτιστική ανάλυση, διαρκή πίεση για τη λειτουργία τους ως ιδεολογικών σχημάτων και τον ρόλο τους ως συστημάτων εξουσίας, και αλλεπάλληλες προκλήσεις με κάθε αναλυτικό και καλλιτεχνικό μέσο.
Αν μια Αριστερά θέλει να τα βάλει με «παθογένειες», η παθογένεια αυτή είναι πάντοτε εδώ. Ακλόνητη.
ΥΓ Επειδή μαζί με τ’ άλλα φαιδρά, στον συλλογισμό της ελληνορθόδοξης κεντροαριστεροδεξιάς μονταζιέρας υπονοείται –αν δεν λέγεται και ξεκάθαρα– ότι η απουσία του περίφημου «σεβασμού», που θα όφειλε να είχε δείξει ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και κατ’ επέκταση η ίδια η αξιωματική αντιπολίτευση, που δεν τον «καταδίκασε», αποτελεί ανησυχητικό προοίμιο της καταστολής των θρησκευτικών ελευθεριών που απεργάζεται η Αριστερά, ας καταφύγουμε σε λίγο πραγματισμό: Οι μόνοι εδώ γύρω που τη στιγμή που μιλάμε καταστέλλουν ελευθερίες –και θρησκευτικές– είναι οι διάκονοι της ακροδεξιάς βαρβαρότητας που μας κυβερνούν, οι οποίοι μιλάνε με τον Θεό και τους ευωδιάζουν οι εικόνες. Αν μας προκύψει στο μέλλον ο Βαγγέλης Διαμαντόπουλος να μεταμορφωθεί σε Λαυρέντι Μπέρια, θα αντισταθούμε λυσσαλέα, σύντροφοι του χριστεπώνυμου μετριοπαθούς Κέντρου, μην ανησυχείτε...
Αυγουστίνος Ζενάκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου